Που ειμαι;

Εδώ φυσικά!

Saturday, June 23, 2007

"Αγάπη μου"

Ποτέ δε με είπες "αγάπη μου".. Ούτε "κοριτσακι μου, κουκλίτσα μου" κι όλα αυτά τέλως πάντων που λέγονται ανάμεσα στα ερωτευμένα ζευγαρια... Δεν ξέρω καν αν υπήρξαμε ποτέ ερωτευμένοι.. Εκείνο το στάδιο με τα ροζ συννεφάκια, με τα κοιτάγματα στα μάτια και την προσμονή πάνω απο το τηλέφωνο, δεν το ζησαμε ποτέ... Ελάχιστες φορές μου είχες φέρει κάποιο δώρο, σχεδόν ποτέ δεν πλήρωσες το ποτό μου... Έβλεπες αλλους να το κάνουν, έβλεπες αλλους να με φλερτάρουν, με παρακολουθούσες μέσα στις σχέσεις μου, ήξερες πως κάποτε είχα αγαπήσει πολύ, όμως εσύ ποτέ δεν έκανες τίποτα... Το μόνο πράγμα που έκανες τόσα χρόνια ήταν να είσαι απλά εκεί... Περισσότερο θεατής. Κάποιες φορές συμβουλάτορας, σπάνιες, γιατί ήξερες καλά πως στο τέλος κανένα δε θα ακουγα παλι και του κεφαλιού μου θα έκανα... Με περίμενες όταν γύρναγα κουρασμένη, τσατισμένη, λυπημένη... Ησουν αυτός που θα μάθαινε πρώτος την ευτυχία μου, και ο ωμος που θα ηταν παντα εκει για να κλάψω.. Μετά την τελευταία σου απογοήτευση, που μας είχε στοιχίσει ξενύχτια και κουβέντες ως το πρωί, δεν είχες κάνει άλλη σχέση... Σε είχα ρωτήσει κάποτε, και μου είχες πει οτι κουράστηκες, ότι τελικά θα περίμενες να έρθει η κατάλληλη.. σου είπα ότι θα γεράσεις να την περιμένεις και μου είπες οτι δε σε πείραζε..

Και μετά κάποια στιγμή, κουράστηκα και γω... Είχα βαρεθεί πια τους έρωτες, το πάθος, ολο αυτό το ροζ σύννεφο που ξεφούσκωνε και με αφηνε να σκάσω σαν καρπούζι στην πραγματικότητα, γεμίζοντας τον τόπο με τα κατακόκκινα κομμάτια της καρδιάς μου... Είχα κουραστει να μαζεύω τα κομμάτια μου τα βράδια που καθόμασταν μαζί και προσπαθούσες να μου δώσεις κουράγιο, ειχα κουραστεί απο όλα, κι είπα να κάνω ένα διαλλειμα... Και κει, στο διαλλειμα, πίναμε καφέ στο άλσος και σου έλεγα οτι ολοι οι αντρες τελικα ειναι τα ιδια σκατά, οτι δεν υπάρχει γαλάζιος πρίγκηπας παρα γαλάζιος καπνός τσιγάρου στο τελος που καταλήγεις μονη σου να κοιτάς το ταβάνι, στα έλεγα σα να τα έλεγα σε μένα, κι ας ήσουν εκεί όλο το τελευταίο διάστημα να προσπαθείς να στηριξεις το ταβάνι πάνω απο το γερμένο μου κεφάλι, εσύ κι όχι τα τσιγάρα μου, κι ας μη το είχα καταλάβει ως τότε...

Και πάνω στην κουβέντα σου ειπα "ευτυχως που έχω και σένα", και συ πολύ απλά μου είπες "τοτε γιατι δεν με παντρευεσαι;". Γέλασα θυμάμαι, και ίσως να ήταν σκληρό αυτο.. Δεν ειπες τιποτα περισσότερο, και την επόμενη μερα με ρωτησες αν σκεφτηκα αυτο που ειπες... Σου ειπα οτι εσυ περιμενεις να ερθει η καταλληλη, ετσι δεν ειχες πει; Ναι, αλλα αυτη η ερμη εξακολουθει να χτυπαει το κεφαλι της στους τοιχους και να μη βλεπει την πορτα μου απαντησες...

Και ετσι απλα γιναμε ζευγαρι.. οχι δε τα φτιαξαμε ποτε, αρραβωνιαστηκαμε κατευθειαν... Επεσαν ολοι πανω μου να μου αλλαξουν γνωμη.. Πως θα ζησω εγω με σενα... Που εχω τους φιλους μου και τις παρεες μου, που εισαι μονοχνωτος και κλειστος, που ειμαι κοινωνικη και εισαι αμιλητος.... Εγω ομως ηξερα οτι ειχα ζησει κιολας πολυ με σενα... Τα βραδια που οι φιλοι κι οι παρεες ειχαν φυγει, και δεν υπήρχε τιποτα πια να πω, κι ουτε λογος για να το κανω...

Τη μερα του γαμου ηρθες και με πηρες απο το σπιτι και πηγαμε μαζι στην εκκλησια.... Τοτε το βρηκα πρωτοτυπο, χρονια μετα μου ειπες οτι δεν θα αντεχες την αγωνια αν θα εμφανιζομουν ποτε, αν την τελευταια στιγμή δεν εσβηναν ξανα τα φωτα απο το μυαλο μου οπως κανουν συχνα πυκνα κι απλα εμενα σπιτι μου με τη βοτκα, τα τσιγαρα και τη μουσικη μου... Δε το ειχα σκεφτει ποτε οτι θα ειχες τετοια αγωνια...

Και μετα, ηταν που κατι δεν πηγαινε καθολου καλα... Ηταν που εχασα τον εαυτο μου κι εγινα κατι που δεν ηξερα οτι ημουν...

Καθε μερα μαγειρευω πατατες... καθε μερα μαγειρευω πατατες...

Ακουγα την Κατερινα να φωναζει στο κεφαλι μου... Εβλεπα ζευγαρια να φιλιουνται και να αλλαζουν λογια τρυφερα κι εκλαιγα.. Και τα φωτα εσβησαν, και γω εφυγα... Και συ το καταλαβες.. Αλλα οπως εκανες παντα, εμεινες εκει... Μονο που μου εστειλες στη γιορτη μου κατι λουλουδια -ποσο φωναζε οτι ειχες ζητήσει για πρωτη φορα τη βοήθεια φιλων, ποσο φωναζε οτι οι φιλοι δεν με ηξεραν καθολου, η δε σε ηξεραν καθολου... Κι ενα σημειωμα.. Ατεχνο, απλο... "Σαγαπω δεν θελω να χωρισουμε". Ποσο παιδικο ηταν εκεινο το συνηρρημενο σ'αγαπω... Δε γυρισα... Όχι τοτε.. Περιπλανήθηκα ξανά, ανέβηκα σε ροζ σύννεφα και ξανασκασα στη γη, μαζεψα τα κομματια μου για να ξαναπροσπαθησω... και τοτε ειδα την πορτα...

Ησουν εκει... οπως ησουν παντα... Και ήσουν εσυ που ζητησες συγγνωμη, εσυ που μου ζητησες να κανω υπομονη, εσυ που υποσχεθηκες να προσπαθησεις να αλλαξεις... Να γινεις τρυφερος, να φτιαξεις το ροζ συννεφο.. για να μην ξανασβυσουν τα φωτα στο μυαλο μου και να μην ξαναφυγω..

Δεν θελω να αλλαξεις... Δεν χρειαστηκε να αλλαξεις... Τωρα ξερω.

Δεν εχει σημασια που δε μου ειπες ποτε λογια τρυφερα.. Δεν εχει σημασια που πολλες φορες προτιμας τον καναπε και την tv απο μια βολτα στο καλοκαιρινο βραδυ... Μου το ειχες πει τοτε που ξαναγυρισα... Εχω φτερα και θα πεταξω... αλλα παντα θα ξερω οτι γυρνωντας απο τη βολτα μου, θα σε βρω εκει... να περιμενεις να σου πω τι γινεται εξω στον φωτεινο κοσμο και στον ψηλο ουρανό.. Αυτο ηθελες παντα... μια πορτα για να βλεπεις τον κοσμο... αυτο ηθελα παντα... μια πορτα για να κρυφτω απο τον κοσμο....

Σε ευχαριστω....

Saturday, June 9, 2007

Βρέχει....

Βρέχει...

Όταν βρέχει ξεχνάω. Σαν η βροχή να περνάει μέσα από το κεφάλι μου και να ξεπλένει το μυαλό μου.

Όταν βρέχει ξεχνιέμαι. Ξεχνάω ότι μεγάλωσα, ξεχνάω την ασπίδα και το σπαθί μου και κάθομαι απλά κάτω απο τη βροχή όπως τότε...

Μικρή και ευάλωτη, να ξεπλένω τις σκέψεις μου στη βροχή.

Ξέρω οτι δεν πρέπει να με δεις έτσι. Ξέρω οτι πάντα ήμουν εκεί για σένα, πάντα σου έδινα κουράγιο, πάντα έβρισκα τη λύση, πάντα προχωρούσαμε μαζί μπροστά. Ξέρω οτι δεν πρέπει να με δεις να κλαίω, ότι δεν πρέπει να με δεις φοβισμένη κι αβέβαιη, ότι δεν πρέπει να με δεις χαμένη.. Γιατί τότε θα χαθείς.

Γιαυτό και γω, όταν βρέχει, ανοίγω την πόρτα και βγαίνω στο μπαλκόνι. Κάθομαι εκεί ήσυχα ήσυχα κάτω απο τη βροχή, μέχρι να αρχίσεις να μου φωνάζεις οτι θα κρυώσω, και τότε μπαίνω μέσα. Και σου χαμογελάω. Και η βροχή στάζει απο τα μαλλιά μου, και δεν ξέρεις αν είναι βροχή ή δάκρυα, αλλά δε θα ρωτήσεις και το ξέρω... Δε θες να μάθεις... Θες να είμαι μόνο εκεί.

Και γω θα είμαι εκεί. Γιατί σαγαπάω και δε θέλω να σε αφήσω να χαθείς. Άσε με εμένα να χάνομαι καμμιά φορά. Δεν πειράζει. Αντέχω. Έχω χαθεί τόσες φορές, έμαθα πια να γυρίζω πίσω. Έμαθα να σηκώνω το όπλο μου και να συνεχίζω...

Και το πιο γλυκό είναι ότι το ξέρεις.

Το πιο γλυκό πράγμα που κάνεις όταν βρέχει, είναι να μου φέρνεις ένα φλυτζάνι ζεστό καφέ και να αποσύρεσαι διακριτικά....

'Ισως γιαυτό να σαγαπάω...

Friday, June 8, 2007

Η καλή η μέρα απο το πρωί φαίνεται...

Μιά ωραία μέρα φαίνεται απο το πρωί.. Όταν έρχεται ο courier να σου φερει τις πολυποθητες και πολυαναμενόμενες επαγγελματικες σου κάρτες, κι ανακαλύπτεις οτι κάποιος στην εταιρεία αποφάσισε να σε ξαναβαφτίσει... Παίρνεις τηλέφωνο και ουρλιάζεις στη γραμματεία, η μάλλον δεν ουρλιάζεις, λες πολύ ευγενικά -γιατι αυτό εκανα- οτι το απογευμα που θα κατέβεις στο γραφείο θα ενημερώσεις απλά οτι με αυτές τις καρτες δε μπορείς να δουλέψεις... και δεν θα ενημερώσεις τη γραμματεία γιαυτό....

Συνεχίζει όταν κατά τις δέκα σε ρωτάνε αν ένα κόκκινο στάρλετ ειναι δικό σου, και σε ενημερώνουν ότι μόλις ενα φορτηγό μάζεψε όλο το αριστερό φτερό σου... Κάνεις καταπληκτικούς διαλόγους με το φορτηγατζή που υποστηρίζει οτι αυτό είναι παλιό, κοίτα δεν φεύγει η μπογιά, το είχες και δεν το είχες δει... Τηλεφωνείς στο autohelp της ασφαλιστικής σου και ο φορτηγατζής λεει οτι θα τηλεφωνήσει στην τροχαία.. Του λες να τηλεφωνήσει και στον Αγιο Χριστόφορο αμα θέλει... Ερχονται ολοι, γελάει ο κάθε πικραμένος, εκτός απο σένα και η ώρα μέρα τραβάει κατά το μεσημέρι...

Ξεκινάς να κατέβεις στο γραφείο, με τις κάρτες που θα μπορούσαν να ανήκουν στην ξαδέρφη σου αλλά δεν έχεις ξαδέρφη Ευαγγελία, άσε που ουτε αδερφή έχεις, το φτερό βουλιαγμένο και τα νεύρα σου τεντωμένα ως εκεί που δεν παίρνει... Κακό απογευμα μυρίζει για την υπεύθυνη του ξαναβαφτίσματος σου... Το bluetooth στο αυτί σου δε βοηθάει την κατάσταση με το να σφυρίζει... Απαντάς.. Κόβεται.. Ξαναπαίρνουν... Είναι ο άντρας σου.. Παίρνεις εσύ αφού το διαολόπραμα δε θέλει να συνεργαστεί...

Και μαθαίνεις ότι η μητέρα του καλύτερου σου φίλου, του αδερφού σου, δεν υπάρχει πιά.. Ότι πήγε να την πάρει απο το σπίτι για να πάνε στο νοσοκομείο οπου συντηρούν με το ζόρι τον πατέρα του με τα σωληνάκια, και τη βρήκε σωριασμένη στο μπαλκόνι.. Και ξαφνικά τίποτα δεν έχει νόημα πια... Ούτε το βουλιαγμένο φτερό, ούτε ο φορτηγατζής που έκανε αρνητική δήλωση, ούτε ο μαλακομαγνήτης που έχουν κολλήσει στο στάρλετ και δεν τον βρίσκεις, ούτε οι κάρτες με το λάθος όνομα... Όλα φαίνονται τόσο μικρά κι ασήμαντα...Και σκέφτεσαι την γυναίκα που ήθελε να πάει τον παπά να κοινωνήσει τον άντρα της με το ζόρι, μη φύγει ακοινώνητος, να τελειώνει μονη της εκεί στο μπαλκόνι... ακοινώνητη η ίδια που τόσο ανησυχούσε για τους αλλους... Και σκέφτεσαι το φίλο σου, και τη δύναμη που θα χρειαστεί... Και σκέφτεσαι, με πόσο γελοία πράγματα ασχολήθηκες όλη την ημέρα, όταν ένας άνθρωπος έσβηνε μόνος του... Όταν ένας άλλος ετοιμαζόνταν να αντιμετωπίσει ενα τετοιο χαμό....

Καλό σου ταξιδι κυρα Διονυσία... Δεν ξερω αν ήσουν καλή ή κακη, έτσι κι αλλιώς τώρα πια δεν έχει καμμιά σημασία... Μόνο δύναμη γιαυτούς που μένουν πίσω έχω να ευχηθώ πια... Και γιατί αυτή η μέρα άρχισε στραβά; νομίζω πως ούτε θυμάμαι πιά...

Saturday, June 2, 2007

Θαρθει καιρος που θα αλλαξουν τα πράγματα....

















Get this widget | Share | Track details
Θαρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.

Να το θυμάσαι Μαρία.

Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι

που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη

-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ εισ' η ελπίδα.

ακου θάρθει καιρός

που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς

δε θα βγαίνουν στην τύχη

Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές

με γυρμένους απέξω

Και τη δουλειά

θα τη διαλέγουμε

δε θάμαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.

Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα

κι άλλοι με νότες.

Να φυλάξεις μονάχα

σε μια μεγάλη φιάλη με νερό

λέξεις και έννοιες σαν και αυτές

απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός

για το μάθημα της ιστορίας.

Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.

Και θαρθούνε κι άλλοι.

Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-

τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω

κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:

"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".

Θα την αλλάξουμε τη ζωή!

Παρ' όλα αυτά Μαρία.

<